information about naxos (type naxos island)

Σάββατο 30 Μαΐου 2009

Παναγία η Πρωτόθρονη



Ο ναός της Παναγίας της Πρωτόθρονης, στη σημερινή του μορφή, ανήκει στο μεταβατικό σταυροειδή εγγεγραμμένο με τρούλο τύπο. Στην κόγχη της ημικυκλικής αψίδας του ιερού σώζεται το σύνθρονο. Το δυτικό τμήμα του ναού περιλαμβάνει το νάρθηκα, ο οποίος πλαισιώνεται προς βορρά από το παρεκκλήσι του Αγίου Ακίνδυνου και προς νότο από ορθογώνιο χώρο που καλύπτεται με καμάρα. Ο ναός διακοσμείται εσωτερικά από πέντε στρώματα ζωγραφικής, τα οποία ανάγονται στην παλαιοχριστιανική, μεσοβυζαντινή και υστεροβυζαντινή περίοδο.
Αρχιτεκτονικά κατατάσσεται στις αρχαιότερες εκκλησίες του μεταβατικού τύπου και χρονολογείται στο πρώτο μισό του 9ου αιώνα, ενώ αρχιτεκτονικά μέλη του ναού, που σώζονται και ανάγονται στην παλαιοχριστιανική εποχή, μαρτυρούν ότι ο ναός πρέπει να ήταν αρχικά βασιλική. Σύμφωνα με τις επιγραφές, έχουμε μια ανακαίνιση του ναού το έτος 1052 μ.Χ. Υπάρχει, επίσης, και μια επιγραφή που αναφέρει το έτος 1056 μ.Χ. και βρίσκεται στο παρεκκλήσι του Αγίου Ακίνδυνου.
Μεταγενέστερες επισκευές και μετατροπές αναφέρονται σε επιγραφές του 16ου και 17ου αιώνα. Αναφορά στην εκκλησία της Πρωτόθρονης με τα παρεκκλήσια του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Ακίνδυνου γίνεται επίσης στα πατριαρχικά σιγίλλια του 16ου αιώνα.
Κατά τα έτη 1970-72 έγιναν εργασίες συντήρησης των τοιχογραφιών. Αποκαλύφθηκαν τοιχογραφίες στη νότια καμάρα του ναού. Η Παναγία λειτουργεί κανονικά μέχρι σήμερα σαν χριστιανικός ορθόδοξος σε λατρεία ναός.


Τετάρτη 27 Μαΐου 2009

ΠΥΡΓΟΣ ΜΠΑΖΑΙΟΥ








Στο 12ο χλμ. του κεντρικού δρόμου, που ενώνει τη Χώρα της Νάξου με τη νησιωτική της ενδοχώρα, δεσπόζει στον κάμπο της Αγιασσού, ο Πύργος Μπαζαίου. Αρχιτεκτονικά ανήκει στο τύπο των πυργοειδών συγκροτημάτων, στην χαρακτηριστικότερη δηλαδή ομάδα μνημείων της Νάξου, η χρονολόγηση των οποίων ξεκινά από τον 13ο και καταλήγει τον 18ο αιώνα. Η παρουσία αυτού του κτιριακού τύπου στο νησί, οφείλεται αφενός στη γενική αβεβαιότητα που επικρατούσε στο Αιγαίο εξαιτίας της πειρατείας, αφετέρου στη φεουδαρχική οργάνωση της εξουσίας του νησιού που ξεκίνησε τα χρόνια του μεσαίωνα, συστηματοποιήθηκε επί ενετοκρατίας και τελικά επιβίωσε ακόμα και στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Ο συγκεκριμένος πύργος κτίστηκε περίπου το 1600. Αρχικά λειτούργησε ως μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, οπότε εγκαταλείφθηκε από τους τελευταίους μοναχούς και περιήλθε στην ιδιοκτησία του νεοσύστατου τότε Ελληνικού κράτους. Για πολλά χρόνια φιλοξενούσε οικογένειες αγγειοπλαστών που ζούσαν στο χώρο και κατασκεύαζαν τα κεραμικά τους. Στο τέλος περίπου, του 19ου αιώνα, εκποιήθηκε από το Ελληνικό Δημόσιο και αγοράστηκε από την οικογένεια Μπαζαίου (Baseggio family - http://www.baseggio.net/), στους απογόνους της οποίας ανήκει έως σήμερα. Η οικογένεια ακολουθώντας την παράδοση των Ενετών του νησιού, παράλληλα με την κύρια κατοικία της στη Χώρα, διατηρούσε τον πύργο ως εξοχική κατοικία και χώρο συλλογής των αγροτικών προμηθειών. Ο σημερινός απόγονος κατανοώντας τη σημασία και την ιστορική αξία του κτίσματος, εξακολουθεί να το συντηρεί με ιδιαίτερη φροντίδα και αισθητική αντίληψη. Το 2000 ολοκληρώθηκε η πρώτη φάση αναστήλωσής του, αποκλειστικά με ιδιωτικούς πόρους, κάτω από την επίβλεψη των αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π. Θεμιστοκλή Μπιλή και Μαρίας Μαγνήσαλη. Έκτοτε λειτουργεί ως χώρος υλοποίησης πολιτιστικών και πολιτισμικών δραστηριοτήτων, ενός μη κερδοσκοπικού φορέα σε συνεργασία με ανάλογους φορείς, Ινστιτούτα, Πανεπιστήμια και Μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού.

πηγή : http://bazeostower.gr







The Monastery-Castle of the True Cross from Amenon on Vimeo.

Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Ιερό των πηγών - Αρχαίο Υδραγωγείο


















Η περιοχή των Μελάνων ήταν κατά την αρχαιότητα ιδιαίτερα σημαντική για την οικονομία και τον πολιτισμό της Νάξου. Ιδιαίτερα η περιοχή γύρω από το Φλεριό, πλούσια σε παχιά επιφανειακά στρώματα καλής ποιότητας μαρμάρου αποτέλεσε λίκνο της ανάπτυξης της μαρμάρινης ελληνικής αρχιτεκτονικής και πλαστικής. Έχουν εντοπισθεί λείψανα που μαρτυρούν κατοίκηση και πιθανώς λατόμευση μαρμάρου ήδη κατά την 3η π.Χ. χιλιετία. Η μεγάλη ακμή των λατομείων των Μελάνων σημειώνεται πάντως τον 7ο και 6ο αιώνα. Μερικά από τα εντυπωσιακότερα γλυπτά και οικοδομήματα των χρόνων αυτών στη Νάξο, τη Δήλο και σε άλλλα μέρη της Ελλάδας συνδέονται με την εργασία στα αρχαία λατομεία της περιοχής, στα οποία σώζονται ημιτελή, σε διάφορα στάδια κατεργασίας, αγάλματα και άλλα έργα. Παράλληλα η περιοχή έχει πλούσιες πηγές νερού, που και σήμερα τροφοδοτούν την πλούσια βλάστηση του τόπου. Στην αρχαιότητα ένα υδραγωγείο μήκους 11 περίπου χιλιομέτρων, σημαντικό τεχνικό έργο με πολλές φάσεις, μετέφερε το νερό στην πόλη της Νάξου εξασφαλίζοντας την ύδρευσή της. Ήδη κατά την αρχική κατασκευή του χρειάστηκε να διατηρηθεί το βουνό στα βόρεια της κοιλάδας του Φλεριού με σήραγγα, για τη μέγιστη εκμετάλλευση του νερού, με διανομή του προς όλες τις έυφορες περιοχές κατά τη διαδρομή του προς την πόλη. Σε ένα ιερό στην περιοχή των λατομείων και της αρχαίας πηγής λατρευόταν μία θεά της ευφορίας και ήρωες προστάτες των λατόμων, που ήταν οι κύριοι επισκέπτες του.Η λατρεία που ξεκίνησε σ' αυτόν τον τόπο κατά τον 8ο π.Χ. αιώνα εγκαταστάθηκε λίγο ψηλότερα από τις πλούσιες πηγές νερού της περιοχής ανάμεσα σε όγκους μαρμάρου που φέρουν ίχνη λατόμευσης. Η ακμή του ιερού σημειώνεται τον 7ο και τον 6ο π.Χ. αιώνα και συμπίπτει με την ακμή της εκμετάλλευσης των λατομείων μαρμάρου της περιοχής. Τον 8ο αιώνα η λατρεία εξυπηρετείται από ένα λιθόκτιστο μονόχωρο κτίριο που ακουμπά σε ένα επιβλητικό όγκο μαρμάρου, ένα ισοπεδωμένο χώρο δίπλα του, ένα περίβολο στα βόρεια και ένα ακόμη βοηθητικό κτίριο με τρεις χώρους στα νότια, δίπλα στην είσοδο από την πηγή. Τον 7ο αιώνα δίπλα στο παλιό ανεγείρεται ένα δεύτερο μεγαλύτερο μονόχωρο ιερό κτίριο, στα δυτικά του διευθετούνται νέοι υπαίθριοι χώροι, σε δύο από τους οποίους προσφέρονται έμπειρες θυσίες και ο περίβολος επεκτείνεται προς τα δυτικά και νότια. Τον 6ο αιώνα, μετά από καταστροφή που προκλήθηκε από μετακίνηση του μαρμάρινου όγκου δίπλα στο αρχαιότερο κτίριο, το κτίριο αυτό ανακτίζεται με μείωση του πλάτους του ως βοηθητικό του δεύτερου το οποίο αποκτά στο εσωτερικό του ένα ημικυκλικό θρανίο.Τα νότια βοηθητικά κτίρια κατεδαφίζονται και σε μικρή απόσταση στα δυτικά τους κτίζεται μαρμάρινος ναϊσκος προσανατολισμένος στα παλαιά ιερά κτίρια. Το ιερό λειτούργησε μέχρι το τέλος των αρχαίων χρόνων. Η θεότητα που λατρεύθηκε πρέπει να ήταν μια θεά της ευφορίας, κοντά της όμως τιμήθηκαν πιθανότατα, αν κρίνουμε από επιγραφή που προέρχεται από την περιοχή και οι ήρωες Ώτος και Εφιάλτης, οι οποίοι διέθεταν την δύναμη να μετακινούν μεγάλους λίθινους όγκους, ως προστάτες των λατόμων, που ήταν οι κύριοι επισκέπτες του ιερού. Η ανασκαφή έφερε στο φως πολλά μισοτελειωμένα ή αποτυχημένα έργα τους. Η σημασία του ιερού έγκειται σ' αυτήν ακριβώς την ιδιαιτερότητά του: ότι μας φέρνει κοντά στην εργασία των λατόμων και στα πρώτα βήματα τηε εξέλιξης της ελληνικής μαρμαρικής τέχνης που ξεκίνησε σ' αυτήν εδώ την περιοχή.Ο ναϊσκος της τρίτης φάσης του ιερού κατασκευάσθηκε από μάρμαρο. Τα θεμέλιά του, που σώθηκαν μέχρι την ευθυντηρία κατασκευάσθηκαν από μεγάλους αδρά δουλεμένους όγκους μαρμάρου που κόπηκαν στην περιοχή, ενώ η ανωδομή του κτίσθηκε με αδρά τετραγωνισμένους όγκους μαρμάρου. Η στέγη ήταν δικλινής, με μαρμάρινα κεραμίδια, από τα οποία πολλά τεμάχια σώθηκαν στην περιοχή. Είναι εμφανής η διάθεση χρήσης μεγάλων λίθων στο μικρό αυτό οικοδόμημα, που εκδηλώνει πιθανώς την βούληση των κατασκευαστών να το συνδέσουν με τους ήρωες-προστάτες των λατόμων οι οποίοι διέθεταν την μυθική δύναμη της μετακίνησης μεγάλων γήινων όγκων. Η βάση με την κυκλική υποδοχή μπροστά στον ναϊσκο στήριζε μαρμάρινο κιονίσκο όπως αυτοί που βρέθηκαν στο ιερό, πάνω στον οποίο θα είχε τοποθετηθεί γλυπτό ανάθημα (μικρό άγαλμα ή σφίγγα). Ημίεργα τέτοια έργα έχουν βρεθεί επίσης στο ιερό.Στην περιοχή αυτή, που το βραχώδες έδαφος πέφτει απότομα προς τα νοτιανατολικά, δεν χρειάστηκε να ορισθεί το ιερό με περίβολο. Αριστερά, αμέσως στα ανατολικά της βόρειας εισόδου του ιερού, υπήρχε μικρό οίκημα, του οποίου τα λείψανα διατηρήθηκαν στο επίπεδο των θεμελίων του. Λειτούργησε πιθανώς ως εργαστήριο παραγωγής απλών για το ιερό (πήλινα ειδώλια, αγγεία κ.α.) από τον 7ο αιώνα και εξής, αν κρίνουμε από τα ίχνη της δραστηριότητας που παρατηρήθηκαν στην ταραγμένη του λεπτή επίχωση. Άλλη μια ασαφής κατασκευή υπήρχε ανάμεσα στους βράχους.Από το πλάτωμα πριν από τα λείψανα της κατασκευής αυτής μπορεί ο επισκέπτης να δει ψηλά στην πλαγιά του απέναντι βουνού ένα από τα σημαντικότερα σημεία έντονης αρχαίας λατόμευσης στην περιοχή και να διακρίνει το ένα από τα δύο σωζόμενα αρχαία αγάλματα που έμειναν ημιτελεί επί τόπου.Μεταξύ 640 και 625 π.Χ. αποφασίσθηκε να κτισθεί ένα δεύτερο, μεγαλύτερο λατρευτικό κτίριο, που κατέλαβε μεγάλο μέρος του ισοπέδου στα δυτικά του παλαιότερου. Το ισόπεδο επεκτάθηκε ελάχιστα προς τα δυτικά, δημιουργήθηκαν όμως και άλλα προς τα
νοτιοδυτικά. Το δομικό υλικό του κτιρίου ήταν αδρά δουλεμένες μαρμαρόπετρες. Μέρος αυτού του υλικού βρέθηκε να σκεπάζει το ερείπιο. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το στοιχείο το οποίο σώζεται στην πρόσοψη του νέου κτιρίου, δηλαδή το μονολιθικό μαρμάρινο κατώφλι της θύρας, το οποίο σώζει στα δύο άκρα τα ίχνη της έδρασης των επίσης μονολιθικών παραστάδων.Το κατώφλι αυτό έχει ως θεμελίωση δύο μαρμάρινους κύβους στα άκρα του. Έχουμε εδώ το αρχαιότερο, πρωτόγονο παράδειγμα μαρμάρινου θυρώματος, το οποίο εξελίσσεται αργότερα στα Ναξιακά οικοδομήματα στη Νάξο κα τη Δήλο σε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία της μνημειώδους ιωνικής αρχιτεκτονικής.Ο άξονας του νέου οικοδομήματος τοποθετήθηκε επάνω σε ένα καθιερωμένο από τη λατρεία σημείο, μια πυρά που είχε προσφερθεί στις θεότητες του ιερού πάνω στο ισόπεδο που κατέλαβε αργότερα το κτίριο. Προφανώς ήδη κατά την πρώτη περίοδο λειτουργίας του η πυρά αυτή παρέμεινε ορατή ή κατά κάποιο τρόπο αναδεδειγμένη στο δάπεδο του εσωτερικού του. Μετά την αναδιαμόρφωση του συμπλέγματος των δύο κτιρίων κατά των 6ο αιώνα ο χώρος της πυράς σκεπάσθηκε από ένα λιθοσωρό και γύρω απ' αυτόν κατασκευάσθηκε ένα ημικυκλικό θρανίο. Η διαμόρφωση αυτή υποδηλώνει τη λειτουργία μιας χθόνιας μυστηριακής λατρείας.

Τον 7ο π.Χ. αιώνα δημιουργήθηκαν δύο χώροι στο ιερό, ως υπαίθριοι περίβολοι, στους οποίους προσφέρονταν θυσίες στις θεότητες του ιερού. Στις γωνίες υπήρχαν πρόχειρες εστίες. Στο έδαφος ανοίγονταν αβαθείς λάκοι, μέσα στους οποίους συγκεντρωνόταν στάχτη και απομεινάρια από τις προσφορές (οστά, σπασμένα αγγεία, τεμάχια χαλκών αντικειμένων κ.α.) Τα υλικά αυτά σκεπάζονταν με λεπτές σχιστολιθικές πλάκες που κόβονταν στα πετρώματα του ανατολικού μέρους και διαμορφώνονταν σε κυκλικό σχήμα. Οι προσφορές αυτού του είδους πρέπει να γίνονταν για πολύ καιρό στον ίδιο χώρο, γιατί μερικές από τις αποθέσεις σκεπάζουν άλλες παλαιότερες. Μερικές φορές ως καλύμματα των προσφορών χρησιμοποιήθηκαν βάσεις μεγάλων πήλινων αγγείων. Δίπλα από μια από τις κυκλικές αυτές πλάκες αποκαλύφθηκε αγγείο που περιείχε 94 αστραγάλους αιγοειδών. Οι περίβολοι αυτοί αρχικά διέθεταν είσοδο. Αργότερα όμως η είσοδος φράχθηκε με χαμηλό τοίχο, οι χώροι επομένως έγιναν άβατοι, δηλαδή απάτητοι και μέσα τους διατηρήθηκαν οι υπάρχουσες προσφορές, αλλά πιθανότατα δεν προσφέρονταν πια νέες. Το κατώφλι της εισόδου σώζεται κάτω από τον τοίχο της μεταγενέστερης φάσης. Στα νότια των χώρων με τις προσφορές δημιουργήθηκε πιθανότατα κατά την τρίτη φάση λειτουργίας του ιερού διάδρομος εισόδου σ' αυτό από τα δυτικά. Αξιοσημείωτη είναι η θέα ολόκληρου του ιερού, που αναδεικνύει την κυκλοτερή διάταξη των εγκαταστάσεών του.
Πηγή: ΚΑ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

Σάββατο 23 Μαΐου 2009

Χώρα Νάξου

Πύργος Χειμάρρου





Είναι ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της Νάξου, σήμα κατατεθέν του νησιού όπως και η πύλη του αρχαϊκού ναού του Απόλλωνα, η "Πορτάρα". Ο πύργος βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά της Νάξου, στη μέση περίπου του δρόμου ανάμεσα στο Ζα, το ψηλότερο βουνό της Νάξου και τη θάλασσα, σ' ένα ύψωμα που ορίζεται από τους δύο χειμάρρους, το Χείμαρρο ανατολικά και τα Πετρόνια δυτικά. Παρόμοιοι πύργοι είναι ευρύτατα διαδεδομένοι στο Αιγαίο, από τους περισσότερους όμως δεν διακρίνονται παρά μόνο τα θεμέλια, ενώ ο πύργος του Χειμάρρου σώζεται στο εντυπωσιακό ύψος των 15 σχεδόν μέτρων. Αρκετά καλά σώζεται η εξωτερική του όψη, ενώ μεγάλα τμήματα της εσωτερικής επένδυσης έχουν καταρρεύσει ή είναι ετοιμόρροπα. Η κάτοψή του είναι κυκλική, με εξωτερική διάμετρο 9,20μ. και εσωτερική 7,12μ. Οι τοίχοι έχουν πάχος 1,10μ. και είναι διπλοί, κτισμένοι με ντόπιο μάρμαρο χωρίς συνδετικό υλικό, με πολύ προσεγμένη συναρμογή: είναι φανερή η υψηλή ποιότητα της αρχαίας λιθοτεχνίας. Την εξωτερική πλευρά της λιθοδομής αποτελούν μεγάλες ορθογωνισμένες πέτρες που το μήκος τους ποικίλει από 0,58μ. ως 2 μ. και το πλάτος τους από 0,35μ. ως 0,40μ. Σε μερικές διακρίνονται λατομικά σημεία: Λ, V, O, που διευκόλυναν τους μαστόρους να τις τοποθετήσουν στη σωστή τους θέση. Η εσωτερική επένδυση αποτελείται από πέτρες διαφόρων μεγεθών που μόνο στη οριζόντια πλευρά έχουν δουλευτεί. Στη νότια πλευρά υπάρχει η θύρα, και ακριβώς από πάνω της, αλλά σε ύψος 10μ. από το έδαφος, δηλαδή στον δεύτερο όροφο, είναι το μοναδικό παράθυρο του πύργου. Τα μόνα άλλα ανοίγματα είναι υδρορρόες και πολεμίστρες (τοξοθυρίδες) που εξωτερικά διακρίνονται σαν στενές σχισμές ενώ εσωτερικά φαρδαίνουν αρκετά, ώστε να δίνουν χώρο στους τοξότες να κινηθούν. Στο εσωτερικό διακρίνεται ισόγειο και τρεις όροφοι, που τη θέση τους μπορούμε να συμπεράνουμε από τις υποδοχές για τα δοκάρια του πατώματος (δοκοθήκες). Αριστερά από την είσοδο μία σκάλα με μαρμάρινα σκαλοπάτια, πακτωμένα στον τοίχο, οδηγεί ακτινωτά προς τα πάνω. Η κορυφή του πύργου δεν σώζεται και δεν έχουν βρεθεί στοιχεία που να μας δείχνουν πώς θα ήταν η στέγη, κάποιοι μελετητές όμως υποθέτουν ότι θα ήταν επίπεδη, με πολεμίστρες. Τον πύργο περιβάλλει ένα περίπου τετράγωνο περιτείχισμα με πλευρά 35μ., που διατηρείται καλύτερα στη νότια και στο μεγαλύτερο μέρος της δυτικής και ανατολικής πλευράς, ενώ τμήματα της βόρειας πλευράς ξαναχρησιμοποιήθηκαν σε νεότερες κατασκευές. Παρόμοιοι πύργοι, άλλοτε κυκλικοί κι άλλοτε ορθογώνιοι, αφθονούν στο Αιγαίο. Στην ίδια τη Νάξο υπάρχουν κι άλλοι, με καλύτερα σωζόμενο τον Πύργο της Πλάκας. Δεν έχουν ακόμα μελετηθεί διεξοδικά κι έτσι η ακριβής χρονολόγηση και η χρήση τους δεν είναι απόλυτα ξεκαθαρισμένη. Γενικά επικρατούσε η άποψη ότι αποτελούσαν οχυρά καταφύγια του πληθυσμού στα ταραγμένα ελληνιστικά χρόνια. Φαίνεται όμως ότι άρχισαν να κτίζονται ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ. και η χρήση τους ποικίλει ανάλογα με την εποχή και τη θέση τους. Στις πλούσιες σε μέταλλα δυτικές Κυκλάδες, όπως η Κύθνος, η Σέριφος, η Σίφνος, είναι σχεδόν βέβαιο ότι, μερικοί τουλάχιστον, είχαν κάποια σχέση με την προστασία των μεταλλευτικών και μεταλλουργικών δραστηριοτήτων και δεν είναι ίσως τυχαίο ότι ο Πύργος του Χειμάρρου βρίσκεται κοντά στην περιοχή της Νάξου που παράγει την πολύτιμη σμύριδα. Άλλοι πύργοι που βρίσκονται σε πλούσιες αγροτικές περιοχές δεν αποκλείεται να ήταν οχυρωμένες αγρεπαύλεις, ανάλογες με τους μεσαιωνικούς πύργους που αφθονούν στην Νάξο. Πάντως μια τέτοια αμυντική εγκατάσταση δύσκολα θα μπορούσε να είναι έργο των χωρικών και δεν αποκλείεται να αποτελούσε μέρος ενός μεγαλύτερου αμυντικού συστήματος. Σύμφωνα με κάποιον μελετητή, ο Πύργος του Χειμάρρου ήταν βάση μιας μικρής στρατιωτικής μονάδας και καταφύγιο για τους κατοίκους των γύρω οικισμών και των ζώων τους.

Πηγή Υπουργείο Πολιτισμού

Παρασκευή 22 Μαΐου 2009

Κούρος Απόλλωνα







Δυτικά και πάνω από το παραθαλάσσιο χωριό Απόλλωνα βρίσκεται ένα από τα δυο αρχαία λατομεία της Νάξου στα οποία πρωτοξεκίνησε η μεγαλύτερη τέχνη της αρχαιότητας, η μαρμαρογλυπτική. Οι "κούροι" της Νάξου είναι οι αρχαιότεροι στον ελληνικό κόσμο και από το αρχαίο αυτό λατομείο του Απόλλωνα μεταφέρθηκαν στη Δήλο, αλλά και σε άλλα μέρη εκατοντάδες ημίεργα αγάλματα και μαρμάρινοι όγκοι. Στο αρχαίο λατομείο του Απόλλωνα έχει απομείνει ο υπερμεγέθης κούρος (11 μέτρα) του Θεού Διονύσου, δεκάδες τομές στα μάρμαρα και πολλά κομμάτια από μέλη αρχιτεκτονικά, αλλά και απομεινάρια από ημίεργους κούρους.Στην κορυφή του λόφου του λατομείου υπάρχει η επιγραφή "όρος χωρίου ιερόν Απόλλωνος" που χρονολογείται στον 5ο προς 4ο αιώνα π. Χ. και πιθανώς ανήκει σε ιερό του Θεού που υπήρχε εκεί.


Τρίτη 19 Μαΐου 2009

Παναγία η Δροσιανή










Η Παναγία η Δροσιανή είναι ένα Βυζαντινό μοναστήρι νότια του χωριού Μονή στη Νάξο και δίπλα από το κοινοτικό κοιμητήριο (νεκροταφείο), που είναι από τα αρχαιότερα των Βαλκανίων (4ος ή 6ος αιώνας). Από το Μοναστήρι αυτό το μεγαλύτερο μέρος του ήταν θαμμένο και μόλις τη δεκαετία του 70 έγιναν οι ανασκαφές από την αρχαιολογική υπηρεσία και αποκαλύφθηκε. Ο καθαρισμός των τοιχογραφιών και η αποτείχιση των νεότερων στρωμάτων κράτησε πολλά χρόνια (1964-1971). Μέχρι τότε το μόνο μέρος που ήταν ορατό ήταν η κυρίως εκκλησία που ήταν και η πλέον πρόσφατη. Ο αρχικός ναός είναι μονόχωρος τρίκογχος με τρούλο, κτισμένος κατά τον αιγαιοπελαγίτικο τρόπο, με ακατέργαστους πλακοειδείς λίθους και καλυμμένος με πλάκες. Χρονολογείται κατά τον 6ο μ.Χ. αιώνα. Η αψίδα του ιερού διατρυπάται από δίδυμο τοξωτό παράθυρο. Ο κεντρικός τρούλος υψώνεται πάνω σε τύμπανο με γωνιώδη βάση και διατρυπάται από δύο μονόλοβα τοξωτά παράθυρα. Η καμαροσκεπής προσθήκη, προς δυσμάς του αρχικού ναού, είναι νεότερη και υποβαστάζεται από τρία σφενδόνια. Στη δυτική και νότια πλευρά της ανοίγονται θύρες, πάνω από τις οποίες διαμορφώνονται μονόλοβο και τρίλοβο αντίστοιχα κωδωνοστάσιο. Στο βόρειο τοίχο της προσθήκης είναι προσκολλημένα τρία, μεταγενέστερα του αρχικού ναού, μονόχωρα παρεκκλήσια με ισάριθμες θύρες, που ανοίγονται στον ίδιο τοίχο. Τα δύο ακραία στεγάζονται, όπως ο αρχικός ναός, με τρούλους, που υψώνονται επίσης σε γωνιώδεις βάσεις και είναι και αυτά τρίκογχα. Στην αψίδα του ανατολικού παρεκκλησίου σώζονται ίχνη τοιχογραφιών βυζαντινής εποχής και στη βάση της υπολείμματα επισκοπικού θρόνου. Το παρεκκλήσιο αυτό, σύμφωνα με τις σχετικές έρευνες, βρέθηκε ότι χρησιμοποιείτο ως οστεοφυλάκιο. Το μεσαίο παρεκκλήσιο χτίστηκε πάνω στον υπάρχοντα βράχο και στεγάζεται με χαμηλό κωνικό τυφλό τρούλο. Κάτω από τα μεταγενέστερα στρώματα τοιχογραφιών και ασβεστωμάτων, οι εργασίες των Εφορειών Βυζαντινών Αρχαιοτήτων αποκάλυψαν, στον τρούλο, στην κόγχη της κεντρικής αψίδας του ιερού και στη βόρεια κόγχη του αρχικού ναού, τις αρχικές τοιχογραφίες του μνημείου, που χρονολογούνται στο πρώτο μισό του 7ου αιώνα. Πρόκειται ίσως για το πληρέστερα σωζόμενο τοιχογραφικό εκκλησιαστικό πρόγραμμα της περιόδου, με εικονογραφικές ιδιοτυπίες που δεν συναντώνται σε κανένα άλλο γνωστό μνημείο. Η μοναδική διπλή παράσταση του Χριστού στον τρούλο, ως νέου με λίγα γένεια και ως ώριμου άνδρα με γενειάδα, ερμηνεύει πιθανότατα το δόγμα της διπλής, θείας και ανθρώπινης, φύσης του θεανθρώπου. Στη κόγχη της αψίδας του ιερού παριστάνεται η Ανάληψη, όπου έξι άγγελοι, αντί για τέσσερις όπως συνήθως, ανακρατούν τη δόξα του Χριστού. Από τις σωζόμενες αφιερωματικές επιγραφές μαθαίνουμε ότι η ζωγράφιση των "ιερών εικόνων" έγινε με τη χορηγία πολλών χριστιανών. Στο εσωτερικό, σώζονται αλλεπάλληλα στρώματα τοιχογραφιών, το νεότερο των οποίων χρονολογείται στο 14ο αιώνα. και κάλυπταν το αρχικό στρώμα των τοιχογραφιών του μνημείου τον 7ο αιώνα. Πολλοί οι θρύλοι για το πως κτίστηκε και το πως επελέγη η τοποθεσία. Οι παλαιότεροι κάτοικοι του χωριού μεταφέρουν ότι αν και αρχικά είχε επιλεγεί άλλο μέρος για το κτίσιμο της εκκλησιάς η εικόνα της Παναγίας μεταφερόταν κάθε βράδυ στο συγκεκριμένο μέρος. Η ονομασία «Δροσιανή» εικάζεται ότι προήλθε από το ότι οι κάτοικοι του χωριού σε μια πολύ μεγάλη περίοδο ανομβρίας απευθύνθηκαν στην Παναγία με λειτουργίες και τάματα για να την παρακαλέσουν να βρέξει έτσι ώστε να μην ξεραθούν τα δέντρα και οι μπαξέδες και να ζήσουν οι κάτοικοι που κατ' εξοχήν είναι αγρότες. Σήμερα το Μοναστήρι της Παναγίας της Δροσιανής λειτουργεί υπό τον έλεγχο της αρχαιολογικής υπηρεσίας και δέχεται ετησίως χιλιάδες επισκέπτες.








Δευτέρα 18 Μαΐου 2009

Ο Ναός της Δήμητρας







Το ιερό βρίσκεται κοντά στο χωριό Σαγκρί, σε μια κοιλάδα, λιγότερα από 20 χιλιόμετρα από τη Χώρα της Νάξου. Η μικρή, εύφορη αυτή κοιλάδα υπήρξε ανέκαθεν ένας από τους ζωτικούς χώρους κατοίκησης του νησιού. Στους αρχαίους χρόνους αναπτύχθηκε στην κορυφή αυτού του λόφου ένα σημαντικό ιερό όπου λατρεύτηκαν θεότητες της ευφορίας της γης. Περί το 530 π.Χ. κτίσθηκε μαρμάρινος ναός που αποτελεί ορόσημο για την ανάπτυξη της κλασικής αρχιτεκτονικής. Το ιερό ερευνήθηκε από την Αρχαιολογiκή Εταιρεία και μελετήθηκε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Πολυτεχνείο του Μονάχου. Ο ναός αναστηλώθηκε με πρόγραμμα του Πανεπιστημίου Αθηνών και χρηματοδότηση του Υπουργείου Αιγαίου (1994-2000). Η διαμόρφωση του χώρου και το μουσείο έγιναν με το ίδιο πρόγραμμα και με τη συμβολή του Υπουργείου Πολιτισμού. Η συνύπαρξη των ερειπίων του αρχαϊκού ναού και της βασιλικής απαιτούσε μια ισορροπημένη επέμβαση στο χώρο, που θα σεβόταν όλες τις ιστορικές φάσεις. Η αναστηλωτική πρόταση απέβλεψε στην ανάδειξη των πιο χαρακτηριστικών στοιχείων κάθε ιστορικής φάσης του μνημείου.Από την περίοδο του αρχαϊκού ναού προβλήθηκε ο άξονας Β-Ν της ανατολικής θύρας με κορύφωση στην Ν.Α. γωνία (Α. παραστάδα, εξωτερικοί κίονες, Α θύρα, εσωτερικοί κίονες καθώς και τμήματα τοίχων. Στην αναστήλωση ακολουθήθηκαν η φιλοσοφία, τα υλικά και ο τρόπος δομής του αρχαίου κτιρίου.Από την πρώτη εκκλησία αναστηλώθηκε η θύρα που διανοίχθηκε στον δυτικό τοίχο του προναού.Από τη βασιλική απομονώθηκε η αξονική προοπτική που προσφέρεται από την κεντρική δυτική είσοδο προς το ιερό. Οι τοίχοι της συντηρήθηκαν και αποκαταστάθηκαν στις περιοχές εκείνες από τις οποίες αποσπάστηκαν μέλη για την αναστήλωση του αρχαϊκού ναού. Στα πρώτα χρόνια του ιερού (από τον 8ο π.Χ. αιώνα) η λατρεία ασκήθηκε στο ύπαιθρο, σε ένα πλάτωμα του λόφου, που επεκτεινόταν τεχνητά με χαμηλούς αναλληματικούς τοίχους προς τα βορειοδυτικά. Οι τοίχοι αυτοί, που σχημάτιζαν τεθλασμένη γραμμή προς τα ΝΔ διορθώνοντας την αντίστοιχη πτώση του φυσικού επιπέδου σώθηκαν στα δυτικά του αρχαϊκού ναού. Αργότερα, δύο στύλοι του ικριώματος (σκαλωσιάς) που στήθηκε γύρω στο 530 π.Χ. για να κτισθεί ο μαρμάρινος ναός στερεώθηκαν στην περιοχή αυτή: ο ένας μέσα στο ανάλλημα με αντικατάσταση του χρώματος από λιθορριπή και πηλό και ο άλλος στο χώμα έξω από το ανάλλημα με πλάκα στη βάση. Μετά την αφαίρεση των στύλων έγινε στις οπές ευχαριστήρια θυσία για την επιτυχή κατάληξη των εργασιών.Τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού και πριν τον 6ο μ.Χ. αιώνα το κτίριο του αρχαϊκού ναού μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό. Μικρής κλίμακας επεμβάσεις, όπως η διάνοιξη θύρας δυτικά και το χτίσιμο των μετακιονίων της εξωτερικής κιονοστοιχίας, έγιναν με σκοπό την προσαρμογή του λατρευτικού χώρου στις απαιτήσεις της νέας θρησκείας.Τον 6ο αι. μ.Χ. την εποχή του Ιουστινιανού ο πρώτος χριστιανικός ναός καθαιρέθηκε και στην ίδια θέση ανεγέρθηκε ευρύχωρη εκκλησία του τύπου της παλαιοχριστιανικής τρίκλιτης βασιλικής. Τα αρχιτεκτονικά μέλη του αρχαϊκού ναού όπως κίονες, παραστάδες και δοκοί επαναχρησιμοποιήθηκαν αυτούσια ή με λίγες τροποποιήσεις σε νέες θέσεις.Η βασιλική διατήρησε μόνο την ΒΔ. γωνία του ναού κα διευρύνθηκε ανατολικά και νότια.Ανατολικά κτίστηκε η κόγχη του ιερού και ένα μικρό σταυροειδές βαπτιστήριο. Νότια αναπτύχθηκε ο νάρθηκας ενώ διαδοχικά προστέθηκαν ένα περιστύλιο και διάφορα κτίσματα. Το κτίριο της βασιλικής φαίνεται ότι ήταν ενσωματωμένο σε ένα ευρύτερο οικοδομικό συγκρότημα.Στοιχεία του εσωτερικού του κτιρίου της βασιλικής όπως το τέμπλο, το κιβώτιο και ο άμβωνας εκτίθενται στο μουσείο.


Στην κοιλάδα αυτή ζούσε κατά την αρχαιότητα ένας αγροτικός πληθυσμός διεσπαρμένος σε μικρές εγκαταστάσεις. Στον λόφο αναπτύχθηκε τον 8ο π.Χ. αιώνα μια λατρεία χθονίων θεοτήτων (του κλασικού ζεύγους Δήμητρας και Κόρης), που είχε να εξασφαλίζει την ευφορία της γης. Το θρησκευτικό αυτό κέντρο και η λατρεία του αποτελούσαν τον βασικό θεσμό που ένωνε σε κοινωνικό και πολιτικό σώμα τους διεσπαρμένους στους αγρούς αγρότες.Στην αρχή η λατρεία ασκήθηκε στο ύπαιθρο, πάνω σε συνδυασμό φυσικών και τεχνιτών επιπέδων, όπου ανοίγονταν στη γη λάκκοι προσφορών και στήνονταν πρόχειρα φράκτες ή καλύβες. Αφιερώματα στον Απόλλωνα από την πρώιμη εποχή μαρτυρούν πιθανότατα διάθεση σύνδεσης των αγροτών με τον κατεξοχήν ιωνικό θεό της Δήλου κατά την περίοδο ένταξής τους στο κοινωνικό σύστημα της διαμορφούμενης τότε ιωνικής πόλης - κράτους της Νάξου.Περί το 530 π.Χ., την εποχή της τυραννίδας του Λύγδαμι, η οποία επικράτησε μετά από εξέγερση του αγροτικού πληθυσμού, η περιοχή γνώρισε ιδιαίτερη ακμή και στο θρησκευτικό της κέντρο κτίσθηκε ένας ολομάρμαρος ναός. Ήταν ένα περίπου τετράγωνο οικοδόμημα, με πέντε κίονες στην πρόσοψη ανάμεσα σε παραστάδες. Ο ρυθμός του ήταν ιωνικός, αλλά με ηθελημένα συνοπτικότερες μορφές(έλειψη κρηπίδας, αράβδωτοι κίονες, αδρή επιφάνεια τοίχων).Από τον πρόναο εισερχόταν κανείς με δύο επιβλητικά θυρώματα στον σηκό, που είχε μεγαλύτερο πλάτος από το βάθος του. Η στέγη του, με δοκάρια και κεραμίδια μαρμάρινα, ήταν δικλινής και στηριζόταν σε μια εγκάρσια προς τον άξονα του ναού κιονοστοιχία. Επειδή δεν υπήρχε οροφή, με μια μοναδικά τολμηρή λύση, οι κίονες έφθαναν σε διαφορετικό ύψος ο καθένας, ανάλογα με την κλίση της στέγης.Το οικοδόμημα αυτό είναι εξαιρετικής σημασίας για την ιστορία της αρχιτεκτονικής:

Έχει κτισθεί όλο από μάρμαρο και τα μέλη του σώθηκαν ικανοποιητικά. Έτσι παρέχει μοναδικά στοιχεία για τη γνώση των πρωίμων σταδίων της νησιωτικής ιωνικής και γενικότερα της κλασικής αρχιτεκτονικής.
Δείχνει τον χρόνο και τον τόπο γένεσης βασικών στοιχείων της τελειότητας που χαρακτηρίζει τα κλασικά κτίρια (οροφή στον πρόναο, θυρώματα, καμπυλώσεις, αύξηση του μικρού εσωτερικού χώρου του σηκού με την κατάργηση της οροφής).
Κατά τους πρώιμους χριστιανικούς χρόνους ο αρχαίος ναός μετατράπηκε σε εκκλησία. Ο πρόναος έγινε πλευρικός νάρθηκας, η είσοδος ανοίχτηκε δυτικά, στον σηκό δημιουργήθηκαν με διπλή κιονοστοιχία τρία κλίτη και το οικοδόμημα επεκτάθηκε προς τα νότια και ανατολικά. Στα νότια προστέθηκαν χώροι γύρω από μια αυλή και νοτιότερα άλλοι στους οποίους διατηρούνται λείψανα εγκαταστάσεων παραγωγής κεραμικών, κρασιού και λαδιού. Τα συγκροτήματα αυτά λειτούργησαν από τον 6ο μέχρι τον 8ο μ.Χ. αιώνα.Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα διδύμων λάκκων συνδεδεμένων με αυλάκι, για την προσφορά φυτικών χυμών στις θεότητες της ευφορίας της γης. Αξιοπρόσεκτος ο ανατολικός - δυτικός προσανατολισμός, συμβολικός της διαλεκτικής σχέσης του θανάτου και της ζωής, των περιόδων μαρασμού και ανανέωσης της φύσης. Ανήκουν στην πρώτη περίοδο της υπαίθριας λατρείας. Σε έναν από αυτούς θεμελιώθηκε η ΝΔ γωνία του ναού για να καθαγιασθεί το οικοδόμημα. Πάνω του πέρασε αργότερα ο νότιος τοίχος της χριστιανικής εκκλησίας. Δεξιά και πίσω ο μεγάλος τετράγωνος βόθρος που αντικατέστησε τους πολλούς μικρούς λάκκους όταν κτίσθηκε ο ναός. Γύρω του ελλειψοειδής σειρά πυκνών οπών στο βράχο για τη στερέωση φράχτη ή καλύβης.


Πηγή: ΚΑ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων







Yiroulas from Amenon on Vimeo.

LOOK FOR APARTMENTS IN NAXOS! (type naxos island)