Το ιερό των Υρίων βρίσκεται 10 χλμ. νότια της Χώρας, στη θέση Λιβάδι. Ήταν το επίσημο ιερό του αστικού κέντρου της Νάξου και ήταν αφιερωμένο στον Διόνυσο. Από ευγνωμοσύνη και αγάπη προς το θεό, που τους έφερνε την ευθυμία και την ψυχαγωγία, οι Νάξιοι ίδρυσαν τον συγκεκριμένο ναό. Ο Πλούταρχος λέει πως είχαν καθιερώσει εορταστικές εκδηλώσεις προς τιμήν του, «τα Διονύσια» δύο φορές το χρόνο, με αγώνες και θυσίες. Γινόταν ταυτόχρονα στη Χώρα για τους αστούς και στα Ύρια για τους κατοίκους της υπαίθρου. Η μία γιορτή γινόταν την Άνοιξη που έβγαιναν τα φύλλα του αμπελιού και περιείχε παιχνίδια κι ευθυμία, ενώ η άλλη το Φθινόπωρο με τον τρύγο και το πάτημα των σταφυλιών. Οι νέοι χόρευαν στεφανωμένοι με κληματόβεργες, ενώ οι σάτυροι ήταν χορευτές μεταμφιεσμένοι. Λέγεται ότι το έθιμο των Απόκρεω με τους μασκαράδες (μεταμφιεσμένους) είναι κατάλοιπο της διονυσιακής λατρείας. Τη σημασία του χώρου πιστοποιούν, πέρα από τα εξαιρετικής σπουδαιότητας αρχιτεκτονικά ευρήματα, οι άφθονες αναθηματικές προσφορές που δεχόταν η λατρευόμενη σ' αυτό Θεότητα σε όλες τις περιόδους της ιστορίας του, ιδιαίτερα τις πρώιμες. Η σημασία των κτηρίων που αποκαλύφθηκαν στα 'Υρια είναι τόσο μεγάλη, ώστε η συζήτησή τους κατέλαβε αμέσως κεντρική θέση στη σχετική διεθνή βιβλιογραφία και στα εγχειρίδια της αρχαίας αρχιτεκτονικής. Αλλά και η συνέχεια της λατρείας, μοναδικά τεκμηριωμένη στα Ύρια, αποτελεί σπουδαίο ιστορικό στοιχείο. Η αδιάκοπη λατρεία του Διονύσου κατά την αρχαιότητα και του συγγενούς Αγίου Γεωργίου κατόπιν επιβεβαιώνει τα άλλα στοιχεία που υπάρχουν στη Νάξο και τεκμηριώνουν πολιτισμική συνέχεια από το 1500 π.Χ. τουλάχιστον κ.ε. Την προφανώς υπαίθρια λατρεία, που διήρκεσε απο τους Μυκηναϊκούς (1300-1100 π.Χ.) μέχρι τους Μεσογεωμετρικούς ΙΙ χρόνους (800'750 π.Χ.), διαδέχονται τέσσερεις φάσεις της ίδιας λατρείας με κέντρο ένα ναϊκο οικοδόμημα. Τα κτήρια βρέθηκαν σε αλλεπάλληλα υπερκείμενα στρώματα, στην ίδια Θέση και με τον ίδιο προσανατολισμό. Το ιστορικό του ναού είναι το παρακάτω:
· Ο Γεωμετρικός Ναός των Υρίων θεμελιώνεται στις αρχές του 8ου π.Χ. αιώνα. Πρώτα χτίστηκε μονόχωρος ναός, απο ξυλοπλινθοδομή. Πιθανότατα πλημμύρα του γειτονικού ποταμού κατέστρεψε το πρώτο αυτό κτίριο.
· Στη θέση του αρχικού Ναού θεμελιώνεται ένας δεύτερος, Γεωμετρικός και αυτός, του 730 π.Χ. Αυτή τη φορά οι τοιχοδομές είναι από πέτρα, υπάρχουν ξύλινα στηρίγματα της στέγης, που πατάνε πάνω σε μαρμάρινες πλάκες. Aίθουσα για μυστηριακές τελετές με τέσσερα κλίτη (επιμήκη διαμερίσματα που χωρίζονται με κιονοστοιχίες) και περιφερειακά θρανία για τους πιστούς.
· Ο τρίτος Ναός που οικοδομείται στην ίδια θέση, τους αρχαϊκούς χρόνους (γύρω στο 670π.Χ.), χρησιμοποιώντας κάποιους από τους παλαιότερους τοίχους, έχει κι αυτός λίθινες τοιχοδομές και στηρίγματα πάνω σε μαρμάρινες βάσεις. Είχε τρία κλίτη και μια πρώιμη μορφή τετράστυλης πρόστασης. Ούτε ο τρίτος ναός λειτούργησε για πολύ. Περί το τέλος του 7ου αι. π.Χ. η λατρεία έγινε πάλι υπαίθρια και είχε ως κέντρο της ένα τετράπλευρο πήλινο πύραυνο (μαγκάλι), που βρέθηκε σχεδόν ακέραιο και είναι ορατό κάτω από το μαρμάρινο κατώφλι του αδύτου.
· Ο τέταρτος και μεγαλύτερος κατά σειρά Ναός στην ίδια θέση με τους προηγούμενους είναι Ιωνικός, του 580-570 π.Χ. Η πρόστασή του, οι τοίχοι και οι κολώνες του είναι από μάρμαρο. Είναι ο μόνος που διατηρήθηκε ορατός και αναστηλώθηκε. Πρόκειται για ένα εκατόμπεδο αρχαϊκο ναό, ιωνικού ρυθμού. Ο ναός χτισμένoς με το εγχώριο γρανοδιοριτικό πέτρωμα διαθέτει άδυτο (χώρο για μυστηριακή λατρεία), μαρμάρινη πρόσταση (κιονοστοιχία που μνημεiοποιεί την είσοδο), μαρμάρινο βωμό, και είναι χωρισμένος σε τρία κλίτη από δύο τετράστυλες μαρμάρινες κιονοστοιχίες
Το ασταθές υπέδαφος και η μικρή εμπειρία στη θεμελίωση των αρχιτεκτόνων του αρχαϊκού κτιρίου, έκαναν αναγκαία μια μεγάλης κλίμακας επισκευαστική επέμβαση κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους ( 1 ος αι. π.Χ). Ο Ναός είχε αφιερωθεί διαδοχικά στον Ιούλιο Καίσαρα και αργότερα στον Μάρκο Αντώνιο. Τα αγάλματα και των δύο είχαν στηθεί εδώ στα Ύρια. Και οι δυο έφεραν στο όνομά τους την προσθήκη «Νέος Διόνυσος». Τον 5ο αι. μ.Χ. ο ναός μετατράπηκε σε παλαιοχριστιανική βασιλική. Τη συνέχεια της λατρείας στον ίδιο χώρο για 3.300 χρόνια εξασφάλισε η ίδρυση του βυζαντινού ναϊδρίου του Αγίου Γεωργίου στην άμεση γειτονία του αρχαίου ναού.
Το Ιερό περιβλήθηκε στους χρόνους της όψιμης αρχαιότητας από ευρύχωρο τετράπλευρο τέμενος, διαστάσεων τουλάχιστον 70 Χ 58 μ. το οποίο στα δυτικά ενσωμάτωνε ένα στωϊκό οικοδόμημα (δύο τετράγωνοι χώροι με στοά εμπρός από την είσοδο τους).
Τα κτίσματα που υπάρχουν δυτικά του Ναού στέγαζαν τα μαγειρεία, μια αίθουσα συμποσίου και συνεστιάσεων, αποθήκες και άλλους μικρούς βοηθητικούς χώρους. Η παλαιότερη, αψιδωτή, οικοδομική φάση του εστιατορίου ανάγεται στους πρώιμους αρχαϊκούς χρόνους (7ος αιώνας π.Χ). Στην κλασική του φάση (4ος αιώνας π.Χ.), μπορούσε να φιλοξενήσει δεκαοχτώ τουλάχιστον διακεκριμένους πιστούς που δειπνούσαν ξαπλωμένοι σε ανάκλιντρα. 'Ολος ο χώρος έδωσε άφθονη κεραμεική απο μαγειρικά και επιτραπέζια σκεύη.
Στα δυτικά του Ναού σώζεται ακόμη ένα υπέροχο κτιστό πηγάδι με πέτρινο πάτο και βάθος πέντε μέτρων. Ενα κομψοτέχνημα κατασκευής από κοίλες λαξεμένες πέτρες.
Ανατολικά του Ναού υπάρχει ένα μικρό θέατρο με αναβαθμούς, που βλέπει σε μια αυλή. Αυτή η κοιλάδα του Διόνυσου είναι και σήμερα το ίδιο χαρακτηριστική για τη λατρεία του Νυκτέλιου Θεού. Βάτα, καλαμιές, αμπέλια, ελιές, συκιές και λόχμες. Πλούσια βλάστηση, τέτοια που αρμόζει στον «ερνεσίπεπλο» θεό...
Η έρευνα είχε ήδη διαγνώσει, ότι η Νάξος είχε πρωτοποριακό ρόλο στην ανάπτυξη όχι μόνο της πλαστικής αλλά και της αρχιτεκτονικής. 'Ομως τα πρώτα βήματα ανάπτυξης της μνημειακής ιωνικής αρχιτεκτονικής παρέμεναν άγνωστα. Με τον δεύτερο ναό των Υρίων τεκμηριώνεται ήδη απο τον 8ο αιώνα π.Χ. η πρώτη γνωστή διαμόρφωση μνημειώδους εσωτερικού χώρου με μια εκπληκτική, για την εποχή, τετράκλιτη υπόστυλη ναϊκή αίθουσα. Με τον τρίτο ναό τεκμηριώνεται άμεσα η ξύλινη πρόστυλη πρόσοψη στους αρχαίους ναούς και με τον τέταρτο ναό, απο το 580-550 π.Χ. αποκτάται το πρωϊμότερο παραδείγμα λίθινου πρόστυλου ιωνικού ναού. Στον τελευταίο αυτό ναό εντοπίζονται με μεγάλη λεπτομέρεια τα μέχρι τώρα άγνωστα πρώτα βήματα της μνημειώδους ελληνικής μαρμάρινης αρχιτεκτονικής στη θεμελίωση της πρόστασης και του αδύτου, στη μορφή των κιόνων, στα επιβλητικά θυρώματα, στη διαμόρφωση τον θριγκού και της μαρμάρινης στέγης. Πρόκειται, δηλαδή, για τις μορφές που επικράτησαν στην αρχαία αρχιτεκτονική και μέχρι σήμερα διατρέχουν τον παγκόσμιο πολιτισμό ως έκφραση του μνημειώδους. Η ιστορία της τελετουργικής εστίασης στα ιερά και η δημιουργία ειδικών κτιρίων που την εξυπηρετούσαν παρακολουθείται επίσης στα 'Υρια, με τις επάλληλες κατασκευές του αψιδωτού πρώιμου αρχαϊκού, του κλασικού και του υστερορωμαϊκού τελετουργικού εστιατορίου, σε χρόνους πολύ παλαιότερους από ό,τι ήταν ως σήμερα γνωστό. Οι εργασίες αποκατάστασης του μνημείου έχουν ολοκληρωθεί και η πρόσβαση είναι ευκολότερη από το χωριό Γλινάδο.
· Ο Γεωμετρικός Ναός των Υρίων θεμελιώνεται στις αρχές του 8ου π.Χ. αιώνα. Πρώτα χτίστηκε μονόχωρος ναός, απο ξυλοπλινθοδομή. Πιθανότατα πλημμύρα του γειτονικού ποταμού κατέστρεψε το πρώτο αυτό κτίριο.
· Στη θέση του αρχικού Ναού θεμελιώνεται ένας δεύτερος, Γεωμετρικός και αυτός, του 730 π.Χ. Αυτή τη φορά οι τοιχοδομές είναι από πέτρα, υπάρχουν ξύλινα στηρίγματα της στέγης, που πατάνε πάνω σε μαρμάρινες πλάκες. Aίθουσα για μυστηριακές τελετές με τέσσερα κλίτη (επιμήκη διαμερίσματα που χωρίζονται με κιονοστοιχίες) και περιφερειακά θρανία για τους πιστούς.
· Ο τρίτος Ναός που οικοδομείται στην ίδια θέση, τους αρχαϊκούς χρόνους (γύρω στο 670π.Χ.), χρησιμοποιώντας κάποιους από τους παλαιότερους τοίχους, έχει κι αυτός λίθινες τοιχοδομές και στηρίγματα πάνω σε μαρμάρινες βάσεις. Είχε τρία κλίτη και μια πρώιμη μορφή τετράστυλης πρόστασης. Ούτε ο τρίτος ναός λειτούργησε για πολύ. Περί το τέλος του 7ου αι. π.Χ. η λατρεία έγινε πάλι υπαίθρια και είχε ως κέντρο της ένα τετράπλευρο πήλινο πύραυνο (μαγκάλι), που βρέθηκε σχεδόν ακέραιο και είναι ορατό κάτω από το μαρμάρινο κατώφλι του αδύτου.
· Ο τέταρτος και μεγαλύτερος κατά σειρά Ναός στην ίδια θέση με τους προηγούμενους είναι Ιωνικός, του 580-570 π.Χ. Η πρόστασή του, οι τοίχοι και οι κολώνες του είναι από μάρμαρο. Είναι ο μόνος που διατηρήθηκε ορατός και αναστηλώθηκε. Πρόκειται για ένα εκατόμπεδο αρχαϊκο ναό, ιωνικού ρυθμού. Ο ναός χτισμένoς με το εγχώριο γρανοδιοριτικό πέτρωμα διαθέτει άδυτο (χώρο για μυστηριακή λατρεία), μαρμάρινη πρόσταση (κιονοστοιχία που μνημεiοποιεί την είσοδο), μαρμάρινο βωμό, και είναι χωρισμένος σε τρία κλίτη από δύο τετράστυλες μαρμάρινες κιονοστοιχίες
Το ασταθές υπέδαφος και η μικρή εμπειρία στη θεμελίωση των αρχιτεκτόνων του αρχαϊκού κτιρίου, έκαναν αναγκαία μια μεγάλης κλίμακας επισκευαστική επέμβαση κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους ( 1 ος αι. π.Χ). Ο Ναός είχε αφιερωθεί διαδοχικά στον Ιούλιο Καίσαρα και αργότερα στον Μάρκο Αντώνιο. Τα αγάλματα και των δύο είχαν στηθεί εδώ στα Ύρια. Και οι δυο έφεραν στο όνομά τους την προσθήκη «Νέος Διόνυσος». Τον 5ο αι. μ.Χ. ο ναός μετατράπηκε σε παλαιοχριστιανική βασιλική. Τη συνέχεια της λατρείας στον ίδιο χώρο για 3.300 χρόνια εξασφάλισε η ίδρυση του βυζαντινού ναϊδρίου του Αγίου Γεωργίου στην άμεση γειτονία του αρχαίου ναού.
Το Ιερό περιβλήθηκε στους χρόνους της όψιμης αρχαιότητας από ευρύχωρο τετράπλευρο τέμενος, διαστάσεων τουλάχιστον 70 Χ 58 μ. το οποίο στα δυτικά ενσωμάτωνε ένα στωϊκό οικοδόμημα (δύο τετράγωνοι χώροι με στοά εμπρός από την είσοδο τους).
Τα κτίσματα που υπάρχουν δυτικά του Ναού στέγαζαν τα μαγειρεία, μια αίθουσα συμποσίου και συνεστιάσεων, αποθήκες και άλλους μικρούς βοηθητικούς χώρους. Η παλαιότερη, αψιδωτή, οικοδομική φάση του εστιατορίου ανάγεται στους πρώιμους αρχαϊκούς χρόνους (7ος αιώνας π.Χ). Στην κλασική του φάση (4ος αιώνας π.Χ.), μπορούσε να φιλοξενήσει δεκαοχτώ τουλάχιστον διακεκριμένους πιστούς που δειπνούσαν ξαπλωμένοι σε ανάκλιντρα. 'Ολος ο χώρος έδωσε άφθονη κεραμεική απο μαγειρικά και επιτραπέζια σκεύη.
Στα δυτικά του Ναού σώζεται ακόμη ένα υπέροχο κτιστό πηγάδι με πέτρινο πάτο και βάθος πέντε μέτρων. Ενα κομψοτέχνημα κατασκευής από κοίλες λαξεμένες πέτρες.
Ανατολικά του Ναού υπάρχει ένα μικρό θέατρο με αναβαθμούς, που βλέπει σε μια αυλή. Αυτή η κοιλάδα του Διόνυσου είναι και σήμερα το ίδιο χαρακτηριστική για τη λατρεία του Νυκτέλιου Θεού. Βάτα, καλαμιές, αμπέλια, ελιές, συκιές και λόχμες. Πλούσια βλάστηση, τέτοια που αρμόζει στον «ερνεσίπεπλο» θεό...
Η έρευνα είχε ήδη διαγνώσει, ότι η Νάξος είχε πρωτοποριακό ρόλο στην ανάπτυξη όχι μόνο της πλαστικής αλλά και της αρχιτεκτονικής. 'Ομως τα πρώτα βήματα ανάπτυξης της μνημειακής ιωνικής αρχιτεκτονικής παρέμεναν άγνωστα. Με τον δεύτερο ναό των Υρίων τεκμηριώνεται ήδη απο τον 8ο αιώνα π.Χ. η πρώτη γνωστή διαμόρφωση μνημειώδους εσωτερικού χώρου με μια εκπληκτική, για την εποχή, τετράκλιτη υπόστυλη ναϊκή αίθουσα. Με τον τρίτο ναό τεκμηριώνεται άμεσα η ξύλινη πρόστυλη πρόσοψη στους αρχαίους ναούς και με τον τέταρτο ναό, απο το 580-550 π.Χ. αποκτάται το πρωϊμότερο παραδείγμα λίθινου πρόστυλου ιωνικού ναού. Στον τελευταίο αυτό ναό εντοπίζονται με μεγάλη λεπτομέρεια τα μέχρι τώρα άγνωστα πρώτα βήματα της μνημειώδους ελληνικής μαρμάρινης αρχιτεκτονικής στη θεμελίωση της πρόστασης και του αδύτου, στη μορφή των κιόνων, στα επιβλητικά θυρώματα, στη διαμόρφωση τον θριγκού και της μαρμάρινης στέγης. Πρόκειται, δηλαδή, για τις μορφές που επικράτησαν στην αρχαία αρχιτεκτονική και μέχρι σήμερα διατρέχουν τον παγκόσμιο πολιτισμό ως έκφραση του μνημειώδους. Η ιστορία της τελετουργικής εστίασης στα ιερά και η δημιουργία ειδικών κτιρίων που την εξυπηρετούσαν παρακολουθείται επίσης στα 'Υρια, με τις επάλληλες κατασκευές του αψιδωτού πρώιμου αρχαϊκού, του κλασικού και του υστερορωμαϊκού τελετουργικού εστιατορίου, σε χρόνους πολύ παλαιότερους από ό,τι ήταν ως σήμερα γνωστό. Οι εργασίες αποκατάστασης του μνημείου έχουν ολοκληρωθεί και η πρόσβαση είναι ευκολότερη από το χωριό Γλινάδο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου