Στο λόφο που αποτελεί την φυσική ακρόπολη της πόλης, 30 μέτρα περίπου πάνω από τη θάλασσα, ο Σανούδος, έκτισε το Κάστρο της Χώρας (1207), όταν ο ενετός διπλωμάτης και στρατιωτικός κατέλαβε 17 νησιά του Αιγαίου και σχημάτισε το Δουκάτο του Αιγαίου, με έδρα τη Νάξο. Το Κάστρο κτίστηκε πάνω στα ερείπια της αρχαίας ακρόπολης, χρησιμοποιώντας υλικά από την αρχαία πόλη, η οποία είχε καταστραφεί από τις πειρατικές επιδρομές. Περιμετρικά του κάστρου χτίστηκαν δώδεκα μεγάλοι πύργοι, εκ των οποίων σήμερα σώζεται μόνο ένας (ο κυκλικός πύργος των Κρίσπι που μετονομάστηκε σε πύργο του Γλέζου). Ουδέποτε το Κάστρο επικοινωνούσε με τη θάλασσα: ο προσανατολισμός του ήταν το εσωτερικό του νησιού. Το κάστρο έχει πρόσβαση από τρεις πύλες με πιο σημαντική την περίφημη Τρανή Πόρτα που βρίσκεται στη βόρεια πλευρά. Από εκεί έμπαιναν τα επίσημα πρόσωπα και σήμερα σώζεται η παλιά ξύλινη πόρτα. Υπάρχει και άλλη, νοτιοδυτική είσοδος, το «Παραπόρτι», η δεύτερη σε σημασία πύλη του κάστρου που βγάζει στο Νιο Χωριό, όπου κατοικούσαν οι φτωχοί χωρικοί, κι ακόμα μια νοτιοανατολική, που σήμερα δεν σώζεται. Περιμετρικά του κάστρου, οι Έλληνες έχτισαν τους δύο συνοικισμούς τους: το Μπούργο στη δυτική πλαγιά του λόφου (όπου ήταν εγκατεστημένοι οι ευπορότεροι από τους ναξιώτες ορθοδόξους) και το Νιο Χωριό γύρω από την Αγ. Κυριακή (όπου εγκαταστάθηκαν οι φτωχοί χωρικοί). Με αυτόν τον τρόπο διαμορφώθηκε η σημερινή μορφή της Χώρας που στην εποχή της ενετοκρατίας, αποτελούταν από τρεις περιοχές: το κοινό του κάστρου, όπου κατοικούσαν οι καθολικοί, και τα κοινά του Μπούργου και Νεοχωρίου, όπου κατοικούσαν οι Έλληνες. Το κάστρο δεν ήταν μόνο τόπος κατοικίας, αλλά - ταυτόχρονα - εκπαιδευτικό, διοικητικό, κοινωνικό και θρησκευτικό κέντρο των Ενετών. Στην Τρανή Πόρτα υπάρχει μια κάθετη εγχάραξη, η οποία αποτελούσε πήχη κατά την ενετοκρατία, όπου οι περιφερόμενοι έμποροι μετρούσαν τα υφάσματα που έφερναν για τις αρχόντισσες. Τα σπίτια του κάστρου χρονολογούνται στο 14ο και 15ο αι. και τα περισσότερα έχουν οικόσημα καθολικών ευγενών. Τα θαυμάσια αρχοντικά σπίτια του Κάστρου κατοικούνται σήμερα από καθολικούς, απογόνους των Ενετών. Το καθένα από τα αρχοντικά αυτά κρύβει ιστορίες και θρύλους. Ένα από τα παλιά αρχοντικά (στην Β.Δ. πλευρά του Κάστρου), είναι ανοιχτό στο κοινό και λειτουργεί σαν ενετικό μουσείο. Στον χώρο του φιλοξενούνται εκθέσεις και μουσικές βραδιές στις οποίες συμμετέχουν, μεταξύ άλλων, καλλιτέχνες από τη Νάξο. Στα σοκάκια του Κάστρου θα βρείτε μαγαζιά κάθε είδους, καφενεδάκια και ταβέρνες. Γενικά, όλο το κάστρο ταξιδεύει τον επισκέπτη στο παρελθόν και αποτελεί βασικό και αναπόσπαστο κομμάτι της Ιστορίας του νησιού. Ειδικότερα, όποιος εισέρχεται στο Κάστρο της Χώρας δε θα πρέπει να παραλείψει να επισκεφτεί και να θαυμάσει:
- Την πρώην Εμπορική σχολή που ίδρυσαν οι Ιησουίτες. Στην Εμπορική Σχολή, όπου φοίτησε για ένα χρόνο και ο Νίκος Καζαντζάκης, στεγάζεται σήμερα το αρχαιολογικό Μουσείο αλλά και το Ιστορικό Αρχείο Νάξου, δεν ήταν παρά το μοναστήρι του τάγματος των Ιησουϊτών μοναχών που εγκαταστάθηκαν στη Νάξο αρχές του 17ου αιώνα κάτω από την επιρροή της Γαλλικής διπλωματίας και πολιτικής στην Ανατολή. Οι Ιησουΐτες ανέλαβαν την υποχρέωση να ιδρύσουν σχολείο για τη θρησκευτική και κοινωνική μόρφωση των καθολικών νέων της Νάξου. Από το 1628 μέχρι το 1773 το σχολείο λειτούργησε συνεχώς υπό την διεύθυνση των Ιησουιτών. Από το 1782, μετα από ενέργειες του Βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου ΙΣΤʼ η διεύθυνση μεταβιβάστηκε στους μοναχούς του τάγματος του Αγίου Λαζάρου (Λαζαρισταί), μέχρι το 1887, οπότε αυτοί εγκατέλειψαν τη Νάξο. Μετά την αναχώρησή τους, το 1891, τη λειτουργία του σχολείου ανάλαβαν οι Σαλεσιανοί μοναχοί. Αυτοί οργάνωσαν το σχολείο πάνω σε σύγχρονες βάσεις και το μετέτρεψαν σε Εμπορική Σχολή. Η Σχολή, που απέκτησε τεράστια φήμη, επέζησε μέχρι το 1927, οπότε έκλεισε οριστικά, μετά από τριακόσια χρόνια από την ίδρυση της.
- Την Καπέλα Καζάτζα, κτίσμα του 14ου αιώνα που, σύμφωνα με την παράδοση, υπήρξε το δούκικο παρεκκλήσι του Μάρκου Σανούδου. Η ίδρυση της Εμπορικής Σχολής στηρίχτηκε στην περιουσία της Καπέλλας που αυξήθηκε ακόμη περισσότερο από τα αφιερώματα των πιστών από τον 17ο αι. και μετά.
- Τη Μονή και Σχολή Ουρσουλινών που σήμερα στεγάζει διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις. Η κανονική λειτουργία της Σχολής Ουρσουλινών ανάγεται στο 1739. Αλλά οι προσπάθειες για τη δημιουργία σχολείου για κορίτσια είχαν ξεκινήσει έναν αιώνα νωρίτερα από τον Ιησουΐτη ηγούμενο και ιστορικό της Νάξου Ροβέρτο Σωζέ. Το 1986 αγοράσθηκε από το Κράτος για πολιτιστικούς σκοπούς.
- Τον Πύργο των Κρίσπι - Γλέζου, το μοναδικό από τους δώδεκα πύργους που σύμφωνα με την παράδοση έχτισε ο Μάρκος Σανούδος και αποτελούσαν προμαχώνες του κάστρου, ο οποίος σώζεται μέχρι σήμερα. Στην πραγματικότητα όμως τον έχτισε ο νόθος γιος του δούκα Γουλιέλμου του Βʼ, μετά το 1453. Σήμερα λειτουργεί σαν Βυζαντινό Μουσείο, κατά την επιθυμία των δωρητών του στο Κράτος, της οικογένειας Π. Γλέζου, γι αυτό κι είναι γνωστός και ως πύργος του Γλέζου. Στο υπέρθυρο της εισόδου του υπάρχει ένα αρκετά περίεργο οικόσημο: μια σύνθεση με οθωμανικά και ρωσικά στοιχεία. Πρόκειται για τα διπλώματα αναγνώρισης υπηρεσιών προς τις δύο δυνάμεις της εποχής, που έλαβε ένας από τους κυρίους του πύργου, ο Ιωσήφ Μπαρότζι, αξιωματούχος της Ρωσίας – ο τάφος του βρίσκεται στο ναό του Αγίου Αντωνίου του Αββά, στην παραλία της Χώρας
- Τον Πύργο Della Rocca Barozzi, που έχει μετατραπεί σε ένα - μοναδικό στο είδος του - ενετικό και λαογραφικό μουσείο.
- Τη Μητρόπολη των Ρωμαιοκαθολικών που βρίσκεται στο κέντρο της πλατείας του κάστρου και είναι κτίσμα της μεσαιωνικής εποχής. Η Μητρόπολη των Καθολικών ανάγεται στη μεσαιωνική εποχή, πέρασε από διάφορες οικοδομικές φάσεις και, τελικά, έλαβε τον οριστικό της χαρακτήρα τον 17ο αιώνα. Το δάπεδο της είναι μαρμάρινο, γεμάτο με επιτύμβιες πλάκες του 17ου και 18ου αιώνα, με τα οικόσημα μερικών από τις σημαντικότερες καθολικές οικογένειες που έδρασαν στο νησί από τον 16ο αι. και μετά. Η αφθονία του μπαρόκ στο κεντρικό βήμα (17ος αι.) αποτελεί το πλαίσιο μιας βυζαντινής εικόνας με τη διπλή όψη, της Παναγίας της Ελεούσας, από τη μια όψη, και του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, από την άλλη όψη, του 12ου αι., αρχαιότερη κι από την ίδια την εκκλησία.
- Την Αρχιεπισκοπική Καγκελαρία, το «δούκικο παλάτι», που βρίσκεται πίσω ακριβώς από την Μητρόπολη και σήμερα χρησιμοποιείται ως κατοικία από τον καθολικό επίσκοπο, όταν επισκέπτεται τη Νάξο. Ονομάζεται και Αρχιεπισκοπική Καγκελλαρία και ο νοτάριος της (συμβολαιογράφος) Αρχιερατικός Καντζελλάριος, κατά τον 16ο και 17ο αι. Σ΄ αυτήν είχαν την έδρα τους οι Αρχιερατικοί Καντζελλάριοι, εδώ συντάσσονταν τα ιδιωτικά έγγραφα που αναφέρονταν στη ζωή των κατοίκων του Κάστρου, προικοσύμφωνα, διαθήκες, κλπ.
- Το Μητροπολιτικό Ναό των Ορθοδόξων που κτίστηκε το 1780 και σε αυτόν υπάρχουν παλιές εικόνες των χρόνων της τουρκοκρατίας.
- Την Παναγία τη Θεοσκέπαστη που είναι μία μικρή ορθόδοξη εκκλησία μέσα στην «καρδιά» του ενετικού κάστρου. Βρίσκεται ακριβώς πίσω από την Καθολική Μητρόπολη και δίπλα στο Καθολικό Επισκοπικό Μέγαρο. Η εκκλησία είναι ναός δίκλιτος. Το ένα κλίτος (δεξιά) ανήκει στην Παναγία και το άλλο στην Αγία Αναστασία τη Φαρμακολύτρια. Πρόκειται πιθανότατα για το παλαιότερο μνημείο απʼ όσα σώζονται στο Κάστρο, που μας «κληροδότησε» τον «Κώδικα της Θεοσκέπαστης» και αμφιπρόσωπες φορητές εικόνες.
- Τον Αγ. Αντώνιο της Πάντοβα (ή Μοναστήρι των Καπουκινών Μοναχών) που σήμερα χρησιμοποιείται ως ξενώνας παιδιών των καθολικών. Βρίσκεται ανατολικά της Θεοσκέπαστης, κοντά στο Πίσω Παραπόρτι. Αποτελείται από την εκκλησία που είναι αφιερωμένη στον Άγιο Αντώνιο της Παδούας. Ο ναός είναι μονόκλιτος, με ωραίες εικόνες και το μαρμαρένιο δάπεδό του στολίζεται από τάφους αρχόντων με τα οικόσημά τους, όπως των Κορονέλλων-Κάστρι και των Λορεντάνων-Κρίσπι. Οι Καπουτσίνοι έφθασαν στη Νάξο το 1628. Λειτούργησε και ως σχολείο. Ο «Κώδικας της Μονής των Καπουκίνων» που διασώθηκε, αποτελεί σημαντική μαρτυρία για τη ζωή και την ιστορία της Μονής αλλά και για την ιστορία, τη ζωή και τις περιπέτειες ολόκληρου του Κάστρου το μεγαλύτερο διάστημα της Τουρκοκρατίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου